Στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης στη Γερμανία βρίσκεται ξανά το θέμα της ενσωμάτωσης των προσφύγων στην αγορά εργασίας.
Με δεδομένο ότι λιγότερο από τους μισούς πρόσφυγες εργάζονται, η νέα κυβέρνηση εξετάζει την υποχρεωτική ένταξή τους σε απασχολήσεις κοινής ωφέλειας, με στόχο τη σταδιακή κοινωνική και επαγγελματική τους ενσωμάτωση.
Λιγότεροι από τους μισούς πρόσφυγες εργάζονται
Σύμφωνα με στοιχεία του Δεκεμβρίου 2024, μόνο το 45,9% των προσφύγων σε ηλικία εργασίας από βασικές χώρες ασύλου έχουν δουλειά, ενώ 43,8% ζουν με κοινωνικά επιδόματα.
Για τον Alexander Throm (CDU), αυτό αποτελεί σαφή αποτυχία του συστήματος ενσωμάτωσης: «Χάνουμε ταλέντο και σπαταλούμε δημόσια χρήματα. Η εργασία είναι ο καλύτερος δρόμος για την ενσωμάτωση», δηλώνει.
Γι’ αυτό και η νέα κυβέρνηση, με συμμετοχή CDU/CSU και SPD, θέλει να προχωρήσει σε υποχρεωτικές “συμφωνίες ενσωμάτωσης”.
Οι πρόσφυγες που δεν εργάζονται θα πρέπει να δεσμεύονται σε μορφές απασχόλησης ή εκπαίδευσης – διαφορετικά, θα διατρέχουν τον κίνδυνο απώλειας δικαιωμάτων.
Η επιστροφή των “1 ευρώ jobs”;
Η πρόταση της Ένωσης περιλαμβάνει την ευρύτερη εφαρμογή των “Arbeitsgelegenheiten”, δηλαδή εργασιών κοινωνικής ωφέλειας, γνωστών και ως “1 ευρώ jobs”.
Πρόκειται για προσωρινές θέσεις απασχόλησης σε κοινωφελείς τομείς, όπως καθαρισμοί, μικροεπισκευές ή καλλωπισμοί δημόσιων χώρων.
Παρά το γεγονός ότι δεν αντικαθιστούν την κανονική απασχόληση, θεωρούνται εργαλείο επανασύνδεσης με την αγορά εργασίας.
Ωστόσο, η συμμετοχή σε τέτοιες θέσεις έχει μειωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια – από 93.000 άτομα το 2014 σε μόλις 41.000 τον Δεκέμβριο 2024, εκ των οποίων μόνο 5.000 με προσφυγικό υπόβαθρο.
Αιτία θεωρούνται τα κόστη (επιτήρηση, ένδυση, καθοδήγηση) και οι περιορισμένοι πόροι των δήμων.
Αμφισβητούμενη αποτελεσματικότητα και πολιτικές ενστάσεις
Ο ερευνητής Herbert Brücker του Ινστιτούτου Εργασίας (IAB) δηλώνει επιφυλακτικός: «Η αποτελεσματικότητα αυτών των προγραμμάτων αφορά κυρίως μικρές ομάδες. Για τους περισσότερους, όσο περισσότερο μένουν εκτός αγοράς, τόσο πιο δύσκολη γίνεται η ένταξη».
Σε πολλές περιπτώσεις, οι συμμετέχοντες σε “1 ευρώ jobs” κάνουν λιγότερες αιτήσεις για κανονικές δουλειές.
Η SPD, μέσω του βουλευτή Helge Lindh, ζητά ξεκάθαρο σχέδιο εφαρμογής: «Δεν έχει νόημα να δημιουργούμε μια δεύτερη δομή με αμφίβολο αποτέλεσμα», λέει, προειδοποιώντας επίσης να μην δημιουργηθεί ανταγωνισμός με μακροχρόνια ανέργους Γερμανούς.
Χρειάζονται περισσότεροι πόροι και κατανόηση του προβλήματος
Ο Γερμανικός Σύνδεσμος Δήμων (Landkreistag) στηρίζει τις συμφωνίες ενσωμάτωσης, αλλά επισημαίνει ότι δεν αποτελούν μαγική λύση. Όπως λέει ο πρόεδρος Achim Brötel: «Η ενσωμάτωση είναι μακρόχρονη διαδικασία – δεν τελειώνει με μια υπογραφή».
Το ίδιο τονίζουν και τα στοιχεία του IAB: μόνο μετά από οκτώ χρόνια διαμονής εργάζονται περίπου το 68% των προσφύγων, ενώ ο γενικός μέσος όρος είναι 77%.
Ο Brücker υπογραμμίζει: «Οι περισσότεροι πρόσφυγες θέλουν να δουλέψουν, αλλά έχουν λανθασμένες προσδοκίες. Πιστεύουν ότι σε ένα πλούσιο κράτος θα βρουν αμέσως δουλειά. Δεν ισχύει. Πρέπει να προσπαθήσουν, να μάθουν γλώσσα, να συμμετάσχουν».
Για εκείνον, το ιδανικό σενάριο είναι: άμεση συμβουλευτική, γρήγορη πρόσβαση σε μαθήματα ένταξης και ενεργό ρόλο των Jobcenter.
Οι Πράσινοι: Χρόνια μεταναστευτική πολιτική εμποδίζει την ενσωμάτωση
Η βουλευτής των Πρασίνων Misbah Khan δηλώνει ότι «η ενσωμάτωση δεν είναι μονόδρομος. Χρειάζεται και αποδοχή από την κοινωνία».
Κατηγορεί CDU και SPD ότι για χρόνια μετέτρεψαν τη μετανάστευση σε εργαλείο φοβίας, με απαγόρευση εργασίας, ελλιπή μαθήματα γλώσσας και ανεπαρκή χρηματοδότηση.
Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Δήμων συνοψίζει την πρόκληση: «Με τόσο μεγάλους αριθμούς προσφύγων, η πλήρης ενσωμάτωση είναι σχεδόν ανέφικτη. Οι νομικές υποχρεώσεις δεν λύνουν το πρόβλημα».