Η εύθραυστη οικονομική κατάσταση στη Γερμανία συνεχίζει να πλήττει τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας: τις επιχειρήσεις. Όλο και περισσότερες εταιρείες δηλώνουν αδυναμία πληρωμών, σύμφωνα με τα νέα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας της χώρας…
Τον Μάρτιο του 2025, ο αριθμός των αιτήσεων για πτώχευση αυξήθηκε κατά 5,7% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους, επιβεβαιώνοντας ότι η πίεση παραμένει ασφυκτική.
Οι πτωχεύσεις καταγράφονται μόνο αφού εκδοθεί η πρώτη απόφαση από το αρμόδιο δικαστήριο, κάτι που σημαίνει ότι οι περισσότερες από αυτές σχετίζονται με αιτήσεις που έχουν γίνει ακόμα και τρεις μήνες νωρίτερα.
1.830 επιχειρηματικές πτωχεύσεις μόνο τον Ιανουάριο – Με ζημιές 5,3 δισ. ευρώ
Τον Ιανουάριο του 2025, τα δικαστήρια της χώρας κατέγραψαν 1.830 εταιρικές πτωχεύσεις, με το συνολικό ύψος των απαιτήσεων των πιστωτών να φτάνει τα 5,3 δισεκατομμύρια ευρώ.
Συγκριτικά, τον Ιανουάριο του 2024 οι απαιτήσεις ανέρχονταν σε 3,5 δισ. ευρώ, κάτι που δείχνει σαφή επιδείνωση της κατάστασης.
Οι περισσότερες πτωχεύσεις σημειώθηκαν στον κλάδο της αποθήκευσης και των μεταφορών, ακολουθούμενες από τον κατασκευαστικό τομέα και τις υπηρεσίες προσωρινής απασχόλησης και logistics.
Το 2024 καταγράφηκαν 21.812 πτωχεύσεις – Οι χειρότεροι αριθμοί εδώ και μία δεκαετία
Για το σύνολο του 2024, οι αιτήσεις πτώχευσης έφτασαν τις 21.812, καταγράφοντας αύξηση 22,4% σε σχέση με το 2023.
Πρόκειται για τη μεγαλύτερη ετήσια αύξηση των τελευταίων ετών, με το τελευταίο χειρότερο έτος να ήταν το 2015, όπου καταγράφηκαν 23.101 περιπτώσεις.
Σύμφωνα με τον Volker Treier, επικεφαλής αναλυτή του Βιομηχανικού και Εμπορικού Επιμελητηρίου Γερμανίας (DIHK), η εικόνα είναι σαφής: «Η κρίση συνεχίζεται και όλο και περισσότερες επιχειρήσεις δεν μπορούν να αντέξουν άλλο».
Επισημαίνει επίσης την υπερβολική επιβάρυνση από κόστη, γραφειοκρατία και αβεβαιότητα στην οικονομική πολιτική, αλλά και τις επιπτώσεις των αμερικανικών δασμών.
Οι μικρές επιχειρήσεις πλήττονται περισσότερο – 1 στις 5 αντιμετωπίζει προβλήματα ρευστότητας
Το κύμα πτωχεύσεων φαίνεται πως χτυπά κυρίως τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.
Πολλές από αυτές έχουν λιγότερους από 20 εργαζόμενους και καταγράφουν συνεχώς μειούμενα έσοδα, ενώ τα σταθερά έξοδα – όπως ενοίκια, μισθοί και ενέργεια – παραμένουν αμείωτα.
Πάνω από το 20% των μικρών επιχειρήσεων δηλώνουν ρευστό πρόβλημα, κάτι που καθιστά σχεδόν βέβαιη την περαιτέρω αύξηση των πτωχεύσεων μέσα στο 2025.
Η άνοδος των επιτοκίων και το τέλος των κρατικών ενισχύσεων φέρνουν «καθαρτήριο»
Το Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών Halle (IWH) θεωρεί ότι η αύξηση των πτωχεύσεων δεν οφείλεται αποκλειστικά στην παρούσα ύφεση.
Όπως εξηγεί ο επικεφαλής της έρευνας για τις πτωχεύσεις, Steffen Müller, οι υπερβολικά χαμηλοί τόκοι των προηγούμενων ετών εμπόδισαν πολλές αναγκαίες πτωχεύσεις.
Κατά την πανδημία, οι κρατικές επιδοτήσεις διατήρησαν ζωντανές επιχειρήσεις που ήταν ήδη προβληματικές.
Από το 2022 και έπειτα, η άνοδος των επιτοκίων και η διακοπή των κρατικών ενισχύσεων προκάλεσαν αυτό που το IWH αποκαλεί «αναπόφευκτη και χρήσιμη εξυγίανση της αγοράς».
Συνολικά, σε κάθε 10.000 επιχειρήσεις, παρατηρούνται 5,3 πτωχεύσεις, με τον τομέα μεταφορών και αποθήκευσης να καταγράφει τα υψηλότερα ποσοστά (9,2), ακολουθούμενο από τις κατασκευές και τις υπηρεσίες προσωρινής απασχόλησης.